Τα τροβόλια και τα φροκάλια της κυρά Βδοκιώς!!!

Αναμνήσεις

Τα παλιά τα χρόνια γεμάτες ήταν οι ακροθαλασσιές με τα βούρλα, εκείνα τα σουβλερά φυτά που νεμίζουν1 δίπλα στο κύμα. 

Με το που χάραζε ο Θεός τη μέρα του, κινούσαν οι τεχνίτες να μαδέψουν2  τα βούρλα. Τα κάνανε δεμάτια, τα φορτώνανε στο γάδαρο3 και επέστρεφαν για να τα επεξεργαστούν προκειμένου να φτιάξουν τροβόλια4 και  φροκάλια5

Τα τροβόλια4 ήταν καλαθάκια πλεγμένα με μαεστρία στα οποία έβαζαν το τυρί και η μυτζήθρα για να:

  1. παίρνουν στρογγυλό και μακρόστενο σχήμα και
  2. να αποστραγγίζονται από το τσίρο6.

Τα φροκάλια5 ήταν οι σκούπες της εποχής, με τις οποίες έδιωχναν οι μεν νοικοκυρές τα σκουπίδια από τις αυλές, οι δε κτηνοτρόφοι καθάριζαν τους σταύλους.

Οι τσομπάνηδες7 έδιναν παραγγελιά πόσα τροβόλια χρειάζονταν κατά περιόδους, ειδικά την εποχή της γέννας, που τα ζωντανά έχουν γάλα.  Αφού το γάλα έβραζε στα καζάνια και με την κατάλληλη επεξεργασία γίνονταν τυρί, τοποθετούνταν μέσα στα τροβόλια. Η μυρωδιά του τυριού και της μυτζήθρας ήταν έντονη μέσα στο σπίτι.

Αν θυμάμαι καλά, αφού στράγγιζε το τυράκι ήταν έτοιμο να το αλατίσουν και να το φάνε.  Διαφορετικά το έβαζαν στα «κλουβιά», εκείνα τα κουτιά με τη σίτα που είχαν κρεμασμένα σε κάθε σπιτικό για να ξεραθούν και να γίνουν «τυρί της τυριάς»8.

Καθισμένη κάθε απόγευμα  στην μικρή αυλίτσα η κυρά Βδοκιώ9 έφτιαχνε τα τυροβόλια για να τα πάρουν οι βοσκοί να φτιάξουν τα τυράκια τους. 

Φορούσε μια μακριά μεγάλη φουστάνα, με μια μακριά ποδιά μπροστά της. Χαζολογούσε μερικές φορές και την έλεγε «μπροστομούνα»10 την ποδιά της, αλλά ήταν τόσο τεράστια και είχε μια μεγάααλη τζέπη11, γεμάτη με μαντήλια, καραμέλες και ότι μπορούσε να χωρέσει εκεί μέσα.

Καταζαρωμένο το πρόσωπό της και τα χέρια της, μόνο τα μάγουλά της ήταν ροδαλά, από την καλοφαγία. Το γκρί τσεμπέρι κάλυπτε τα γκρίζα έως ολάσπρα μαλλιά της. Πολλές φορές μύριζε πετρέλαιο από την γαντζέρα12 που μαγείρευε τα ψάρια που της έδιναν ο κυρ Αλέκος ο Κουρούνας και ο  Μελιγάλας

Τους χειμώνες καθούντανε13 δίπλα στο μαγκάλι (ένα κομμένο βαρέλι γεμάτο κάρβουνο), που ανάμεσα στις στάχτες έχωνε το μπρίκι με τον καφέ και άμαν ηπεινούσε14 πάνω σε μια χιλιοχρησιμοποιημένη σκάρα ήψηνένε15 τις σμαρίδες16.

Ξεκινούσε νωρίς το πρωί με το τσουβάλι στον ώμο να πάει στην ακροθαλασσιά, εκεί που τώρα είναι το γήπεδο του τένις στα Τεμένια, να μαζέψει βούρλα. Τα φόρτωνε στους ώμους και γυρνούσε κατάκοπη να ξεφορτώσει και να τα αποθέσει στην αυλή για να γίνει το ξεδιάλεγμα17.

Αφού τα αράδιαζε στον ήλιο να στεγνώσουν έπαιρνε τον κόπανο18, ένα βαρύ ξύλο και τα χτυπούσε «αλύπητα» για να μαλακώσουν και να μπορεί να τα λυγίσει για να τα πλέξει.

Όταν καταλάβαινε πως ήταν έτοιμα για χρήση ξεκινούσε να φτιάχνει καθισμένη στο σκαμνί της, που από τη λάτρα19 είχε γίνει σύλιγδο20, σχεδόν μαύρο.

Δίπλα της ξεδιαλεγμένα τα βούρλα της και από την άλλη έτοιμα τροβόλια. Μόλις έβγαζε τις παραγγελίες της, ξεκινούσε να φτιάχνει τα φροκάλια, με περίτεχνο τρόπο, για να ευχαριστήσει τους πελάτες της.

Εμείς γυρνούσαμε από το σχολείο το μεσημέρι, διαβάζαμε όσο γρηγορότερα μπορούσαμε για να πάμε δίπλα της να μάθουμε να πλέκουμε, αλλά δυστυχώς ποτέ δεν μάθαμε την τέχνη της. Αντιθέτως πονούσαν τα χεράκια μας όταν τραβούσαμε τα βούρλα, ενώ τα δικά της ήτανε σκληρά γεμάτα ρόζους. 

Άνθρωποι σκληραγωγημένοι στο σώμα και την ψυχή, που ακόμη και τώρα είναι βαθιά χαραγμένοι στη μνήμη μας, γιατί ήταν ξεχωριστοί και γιατί βλέποντάς τους να παλεύουν λάβαμε το καλύτερο δίδαγμα: «τίποτα δεν κερδίζεται χωρίς μόχθο»!!!

Λεξιλόγιο:

νεμίζουν1 : φυτρώνουν

μαδέψουν2 : μαζέψουν

γάδαρος3 : γάιδαρος

τροβόλι4 : θήκη από βούρλα που έβαζαν το τυρί για να στραγγίσει

φροκάλι5 : σκούπα από βούρλα

τσίρος6 : το καταστάλαγμα από το τυρί

τσομπάνηδες7 : τσοπάνηδες

τυρί της τυριάς8 :  ξερό τυρί αλειμμένο με τρυγία

η κυρά Βδοκιώ9 : η κυρία Ευδοκία

μπροστομούνα10 : ποδιά

τζέπη11 : τσέπη

γαντζέρα12 : γκαζιέρα

καθούντανε13 : καθόταν

άμαν ηπεινούσε14 : άμα πεινούσε

ήψηνένε15 : έψηνε

σμαρίδες16 : μαρίδες

ξεδιάλεγμα17 : διαλογή

κόπανος18 : εργαλείο με το οποίο κτυπούσαν τα βούρλα για να μαλακώσουν

λάτρα19 : η χρήση ή/και το καθάρισμα

σύλιγδο20 : πολύ βρώμικο

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *